- διαβαλεῖ
- διαβάλλωthrowfut ind mid 2nd sg (attic epic doric ionic)διαβάλλωthrowfut ind act 3rd sg (attic epic doric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πίσω — ΝΜΑ, και πίσου Ν, και οπίσω και επικ. τ. ὀπίσσω και αιολ. τ. ὐπίσσω Α Α (τοπ. επίρρ.) α) αντίθετα προς το σημείο που βλέπει κανείς ή προς το οποίο κατευθύνεται (α. «χίλιοι τόν παν από μπροστά και δυο χιλιάδες πίσω», δημ. τραγούδι) β) (συν.… … Dictionary of Greek
Τιρίβαζος — Σατράπης της Αρμενίας κατά την κάθοδο των Μυρίων (401 π.Χ.). Όταν αυτοί πέρασαν τις πηγές του Τίγρη και έφτασαν στη χώρα του, έσπευσε να συνθηκολογήσει με τους Έλληνες αρχηγούς με τον όρο να παίρνουν ελεύθερα από τη χώρα τα τρόφιμα που είχαν… … Dictionary of Greek
διαβλητικός — ή, ό αυτός που μπορεί να διαβάλει, να συκοφαντήσει: Δε θέλω διαβλητικούς χαρακτήρες στην παρέα μας! … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)